Η φουμαγιλλίνη (fumagillin σκεύασμα Fumidil) είναι το μόνο εγκεκριμένο αντιβιοτικό για τον έλεγχο της νοζεμίασης των μελισσών στις ΗΠΑ και έχει χρησιμοποιηθεί εκτενώς για περισσότερα από 50 χρόνια για τον έλεγχο της νοζέμα άπις (Nosema apis). Είναι τοξική

για τα θηλαστικά και πρέπει να εφαρμόζεται εποχιακά και με προσοχή για την αποφυγή υπολειμμάτων στο μέλι. Η νοζέμα σεράνα (Nosema ceranae), είναι ένα παθογόνο μικροσπορίδιο που μεταπήδησε από τις Ασιατικές μέλισσες στις Ευρωπαϊκές μέλισσες το 2004 με δραματικά συμπτώματα, παρόμοια με του Συνδρόμου Κατάρρευσης. Η φουμαγιλλίνη, ως η μόνη γνωστή αξιόπιστη θεραπεία για το ήδη υπάρχον παθογόνο της Ευρωπαϊκής μέλισσας νοζέμα άπις (Nosema apis), χρησιμοποιήθηκε στις ΗΠΑ και ενάντια στη νοζέμα σεράνα με αμφιλεγόμενα όμως αποτελέσματα.

 

Όπως φαίνεται η φουμαγιλλίνη (φουμιντίλ) καταστέλλει τηναναπαραγωγή των μικροσποριδίων. αλλά ο επιπολασμός της νόσου (η συχνότητα δηλαδή της νόσου στον πληθυσμό των μελισσών μιας περιοχής) και π απόδοση των μελισσιών στα μελισσοκομεία που έγινε θεραπεία ήταν παρόμοιες με των μελισσοκομείων στα οποία δεν έγινε θεραπεία 6 μήνες μετά την αγωγή με φουμιντίλ.

 

Η φουμαγιλλίνη διασπάται και η συγκέντρωση της μειώνεται συνεχώς μέσα στην κυψέλη κατά τη διάρκεια της παραγωγικής περιόδου του μελισσιού (οπότε και απαγορεύεται η χρήση της), εκθέτοντας τις μέλισσες και τα μικροσπορίδιο σε ολοένα χαμηλότερες συγκεντρώσεις του φαρμάκου. Οι ερευνητές έδειξαν ότι η παραγωγή σπορίων Nosema ceranae, αυξάνεται καθώς μειώνονται οι συγκεντρώσεις της φουμαγιλλίνης, μέχρι και 100% περισσότερο σε σύγκριση με μολυσμένες μέλισσες που δεν έχουν εκτεθεί καθόλου στη φουμαγιλλίνη. Η παραγωγή σπορίων από τη Ν. apis ήταν επίσης υψηλότερη, ον και όχι σε τόσο σημαντικό βαθμό.

 

Η φουμαγιλλίνη επίσης μπορεί να βλάψει τις μέλισσες. Αναστέλλει το ένζυμο αμινοπεητιδάση 2 μεθειονίνη (MetAP2) σε ευκαρυωτικά κύτταρα και παρεμβαίνει σε τροποποιήσεις πρωτεϊνών που είναι απαραίτητες για τη φυσιολογική λειτουργία των κυττάρων. Αναλύσεις πρωτεϊνών σε μη μολυσμένες μέλισσες, έδειξαν ότι η φουμαγιλλίνη προκαλεί αλλαγές σε δομικές και μεταβολικές πρωτεΐνες στους ιστούς του μέσου εντέρου των μελισσών και μάλιστα σε συγκεντρώσεις που δεν καταστέλλουν την αναπαραγωγή των μικροσποριδίων! Ιδιαίτερα η Ν. ceranae. δεν επηρεάζεται κατασταλτικά από τη φουμαγιλλίνη σε συγκεντρώσεις που συνεχίζουν να επηρεάζουν τη φυσιολογία των μελισσών.

 

Οι ερευνητές καταλήγουν ότι η χρήση της φουμαγιλλίνης μπορεί να αυξήσει τον επιπολασμό της Ν. ceranae και πιθανά διευκολύνει την αντικατάσταση της Ν. apis από τη Ν. ceranae στα μελισσοκομεία των ΗΠΑ. Επιστήμονες από το πανεπιστήμιο του Ιλλινσι, προσάρμοσαν ειδικό τσιπάκι αναγνώρισης ραδιοσυχνοτήτων (RFID) σε εκατοντάδες μεμονωμένες μέλισσες και τις παρακολούθησαν για αρκετές εβδομάδες. Η παρακολούθηση κατέληξε σε μια ενδιαφέρουσα ανακάλυψη: Περίπου το 201 των συλλεκτριών μελισσών ενός μελισσιού συλλέγει πάνω από το μισό της συνολικής ποσότητας νέκταρος και γύρης που αποθηκεύονται στην κυψέλη! Οι υπόλοιπες δουλεύουν πολύ πιο χαλαρά!

 

Η διατροφή των μελισσών με μέλι, ζάχαρη ή ισογλυκόζη επηρεάζει διαφορετικά τον οργανισμό τους Οι ερευνητές περιόρισαν την ανάλυσή τους στις συλλέκτριες μέλισσες, οι οποίες είναι μεγαλύτερης ηλικίας, έχουν υψηλότερο μεταβολικό ρυθμό και λιγότερα ενεργειακά αποθέματα (με τη μορφή λιπιδίων που αποθηκεύονται στο λιπώδες σώμα) και εξαρτώνται πολύ περισσότερο από μια σε υδατάνθρακες δίαιτα, από ότι οι παραμάνες. Πολλοί μελισσοκόμοι ταΐζουν τις μέλισσες ζάχαρη ή ισογλυκόζη (HFCS), όταν οι μέλισσες δεν βρίσκουν τροφή. Αυτή η πρακτική έχει μπει ξανά στο μικροσκόπιο καθώς αρκετοί ερευνητές θεωρούν ότι η ανεπαρκής διατροφή παίζει ρόλο στην μείωση των πληθυσμών των μελισσών.

 

Στη μελέτη, που παρουσιάζουμε εδώ, οι ερευνητές μέτρησαν αλλαγές στη δραστηριότητα των γονιδίων των μελισσών ανάλογα με το είδος της διατροφής, εστιάζοντας κυρίως σε ένα όργανο αποθήκευσης ενέργειας, το λιπώδες σώμα των μελισσών, το οποίο λειτουργεί όπως το ήπαρ και ο λιπώδης ιστός σε ανθρώπους και άλλα σπονδυλωτά. Μελετώντας τη γονιδιακή δραστηριότητα μετά από σίτιση με μέλι, με ισογλυκόζη (HFCS), ή ζάχαρη (σακχαρόζη), οι ερευνητές βρήκαν ότι οι μέλισσες που τρέφονται μέλι είχαν ένα πολύ διαφορετικό προφίλ γονιδιακής δραστηριότητας στο λιπώδες σώμα από όσες τράφηκαν με ισογλυκόζη ή ζάχαρη . Εκατοντάδες γονίδια έδειξαν διαφορές στην δραστηριότητα του και οι διαφορές αυτές παρέμειναν ακόμη και σε μια πειραματική κυψέλη που οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι είχε μολυνθεί με τον ιό των παραμορφωμένων φτερών.

 

Μερικά από τα γονίδια που έδειξαν διαφορετική δραστηριότητα στις μέλισσες έχουν συνδεθεί με το μεταβολισμό των πρωτεϊνών, της λειτουργίας του εγκεφάλου και την ανοσολογική άμυνα. Μένει να ερευνηθεί κατά πόσο οι αλλαγές που προκαλεί η διατροφή στη δραστηριότητα των γονιδίων και « κατ’ επέκταση στη λειτουργία του οργανισμού των μελισσών, επηρεάζουν και σε ποιο βαθμό την υγεία των μελισσών.

ΠΗΓΗ : ΜΕΛΙΣΣΟΚΟΜΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ