ΕΠΟΧΙΑΚΟΙ ΜΕΛΙΣΣΟΚΟΜΙΚΟΙ ΧΕΙΡΙΣΜΟΙ
Χρήστος Καραγκούνης, Αλέξανδρος Γκουσιάρης, Μάνθος Ματθιόπουλος
Τον Νοέμβριο-Δεκέμβριο οι δρόμοι γεμίζουν μελισσοκομικά φορτηγά με κατεύθυνση τα «χειμαδιά», με εξαιρέσεις τους μελισσοκόμους που ασκούν στατική μελισσοκομία, τους μελισσοκόμους των νησιών, τους μελισσοκόμους που αφήνουν τα μελίσσια τους μέσα στα πεύκα καθώς και όσων μεταφέρουν στις κουμαριές με δεδομένο ότι αργότερα θα τα μεταφέρουν σε ήπια μέρη. θα δούμε λοιπόν για αυτό το δίμηνο τις προεργασίες που πρέπει να γίνουν ώστε τα μελίσσια να ξεχειμωνιάσουν με όσο το δυνατό λιγότερες απώλειες.
Πρόκειται για μια διαδικασία που για να γίνει σωστά απαιτεί να φροντίσουμε πολλά ζητήματα στα μελισσοκομεία μας. Έτσι κι’ αλλιώς το ξεχειμώνιασμα ενδέχεται να διαρκέσει ως και U μήνες σε ορισμένες περιοχές, διάστημα όπου σχεδόν κανένας χειρισμός δεν είναι δυνατός. Επίσης το πετυχημένο ξεχειμώνιασμα θα καθορίσει εν πολλοίς την ανάπτυξη των μελισσιών την άνοιξη που θα ακολουθήσει. Και τέλος, καλό και εύκολο ξεχειμώνιασμα σημαίνει πως θα έχουμε μία περίοδο χωρίς άγχος για να ξεκουραστούμε.
Οι περισσότεροι μεταφέραμε το προηγούμενο δίμηνο τα μελίσσια μας στα πευκοδάση ελπίζοντας σε έναν καλό τελευταίο τρύγο για τη χρονιά. Τα μελίσσια τώρα πια έχουν βγει από κει ή βγαίνουν όπου να’ ναι, σε αναζήτηση γύρης ώστε να φτιάξουν όσο γίνεται περισσότερο γόνο «χειμερινών μελισσών» για ασφαλές ξεχειμώνιασμα. Τα μελίσσια που βρέθηκαν στην σουσούρα (φθινοπωρινό ρείκι) δούλεψαν καλά και σίγουρα θα έχουν πλεόνασμα από τέτοιες μέλισσες και μεγάλα αποθέματα τροφών, γεγονός που θα επιτρέψει στους μελισσοκόμους τους να περάσουν τον χειμώνα χωρίς άγχος. Οι «χειμερινές μέλισσες» είναι αυτές που γεννιούνται το φθινόπωρο και διαφέρουν σε σχέση με τις αδερφές τους που γεννιούνται άνοιξη και καλοκαίρι γιατί έχουν στο σώμα τους περισσότερο λιπώδη ιστό. Αυτό σε συνδυασμό με το γεγονός πως θα περάσουν μεγάλο μέρος του χειμώνα μέσα στην κυψέλη χωρίς πτήσεις να τις καταπονούν, θα τους επιτρέψει να ζήσουν ως και 4-5 μήνες σε αντίθεση με τις 30-50 μέρες που είναι η διάρκεια ζωής των μελισσών τις άλλες εποχές του χρόνου. Το μέγεθος του μελισσιού, ο πληθυσμός του δηλαδή, έχει μεγάλη σημασία για το ξεχειμώνιασμα αλλά και για την ανοιξιάτικη ανάπτυξη. Καλό είναι να γνωρίζουμε από τη μια ότι ένα μικρό μελίσσι 4 πλαισίων (με περίπου 7500 μέλισσες) με επάρκεια τροφών θα ξεχειμωνιάσει σχετικά εύκολα, όμως η ανάπτυξή του την άνοιξη θα είναι αργή και πιθανόν όχι οικονομικά συμφέρουσα, ενώ ένα μεγάλο μελίσσι θα έχει ταχύτερη ανάπτυξη και πολύ νωρίτερα θα γίνει παραγωγικό. Η συνένωση μικρών μελισσιών είναι μία πολύ έξυπνη τακτική στην προετοιμασία για ξεχειμώνιασμα. Για παράδειγμα: 3 μικρά μελίσσια (2 πλαισίων) είναι πιθανόν να χαθούν στη διάρκεια του χειμώνα, ανάλογα βέβαια με τον τόπο. Αν δεν χαθούν θα χρειαστούν περισσότερη τροφή ανά μέλισσα από ότι αν τα συνενώσουμε. Αν ξεχειμωνιάσουν θα πάρει πολύ καιρό (αρκετούς μήνες) για να γίνουν παραγωγικά και να πάρουμε προϊόντα από αυτά. Αν τα συνενώσουμε σε ένα μελίσσι 6 πλαισίων, τότε, είναι βέβαιο πως θα ξεχειμωνιάσει, θα καταναλώσει τροφές λιγότερες από ότι αν δεν κάνουμε την συνένωση και νωρίς την άνοιξη θα «ξεπεταχτεί» και θα γίνει ένα παραγωγικό μελίσσι. Του παίρνουμε και δυο μικρές παραφυάδες αν το χρειάζεται το μελισσοκομικό μας σύστημα.
Το δεύτερο ζωτικής σημασίας ζήτημα για το ασφαλές ξεχειμώνιασμα είναι η επάρκεια τροφών μέσα στην κυψέλη. Μελίσσια με αρκετό απόθεμα τροφών ξεχειμωνιάζουν εύκολα σε μεγάλα υψόμετρα (π.χ. στην οροσειρά της Πίνδου) ενώ μελίσσια χωρίς αρκετό μέλι κινδυνεύουν από λιμοκτονία οπουδήποτε με μία όψιμη παρατεταμένη κακοκαιρία ,
Στην ελληνική βιβλιογραφία αναφέρεται πως οι ανάγκες σε μέλι για τον χειμώνα των μελισσιών στην Ελλάδα είναι 10-18 κιλά μέλι. Αυτό είναι πολύ γενικό γιατί η απαιτούμενη ποσότητα εξαρτάται από τις κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν στο μελισσοκομείο (υψόμετρο, έκθεση, τυχόν ιδιαιτερότητες της περιοχής κτλ.) καθώς και από την πορεία των πρώτων ανθοφοριών νωρίς την άνοιξη. Παρά το ότι η πληροφορία αυτή είναι γενική, μπορούμε να την έχουμε στο μυαλό μας προκειμένου να χτίσουμε στην δική μας εμπειρία.
Σημαντική επίσης είναι και η διάταξη των πλαισίων μέσα στην κυψέλη. Στην μέση τοποθετούμε πλαίσια με γόνο ή πλαίσια με κενά κελιά (εκεί που θα αρχίσει γέννα του καινούριου χρόνου) που όμως και στις δύο περιπτώσεις έχουν καλά στεφανωματα. Προς τις άκρες τοποθετούμε πλαίσια με γύρη αν υπάρχουν διαθέσιμα και στο τέλος πλαίσια με μέλι.
Αν η ποσότητα του μελιού που υπάρχει στο μελίσσι κρίνουμε πώς είναι λιγότερη από αυτήν που θα χρειαστεί, τότε συμπληρώνουμε ταΐζοντας σιρόπι ή μελισσοτροφές. Εδώ καλό είναι να ξέρουμε πως το σιρόπι πρέπει να δίνεται όσο ο καιρός επιτρέπει στις μέλισσες να «ρίξουν» την υγρασία του ώστε να μην ξινίσει και έχουμε δυσεντερίες. Καλό είναι να χρησιμοποιήσουμε σιρόπι με αναλογία 2 ζάχαρη:1 νερό και όχι το σιρόπι 1:1 που ταΐζουμε συνήθως. Όσο για τις μελισσοτροφές„ αυτές δεν μπορούν να υποκαταστήσουν εξ ολοκλήρου τις αποθήκες μελιού κυψέλη. Κι’ αυτό γιατί τις πολύ κρύες μέρες του χειμώνα όταν η γέννα της μάνας ξαναρχίσει η μελισσόσφαιρα που δημιουργείται είναι σφιχτή και οι μέλισσες πρέπει να έχουν διαθέσιμη τροφή δίπλα τους και όχι μόνο πάνω στους κηρηθροφορείς. Δεν είναι σπάνιο να πεθαίνουν μελίσσια από πείνα ενώ από πάνω τους Βρίσκονται 3 κιλό ζυμάρι. Και Βέβαια δεν είναι προς συζήτηση ποιά τροφή είναι καταλληλότερη για ξεχειμώνιασμα ανάμεσα στο μέλι και στις κατασκευασμένες τροφές από τους ανθρώπους. Ηλίου φαεινότερο. Όσον αφορά στο ενεργειακό ισοζύγιο της κυψέλης τον χειμώνα, καλό είναι να ξέρουμε πως τα αδύνατα μελίσσια καταναλώνουν περισσότερη τροφή ανά μέλισσα για να παραχθεί η αναγκαία θερμότητα.
Επίσης τα αδύνατα μελίσσια που κατορθώνουν να ξεχειμωνιάσουν, έχουν μικρούς πληθυσμούς την άνοιξη και δυσκολεύονται στην ανάπτυξή τους και πως τα μικρά μελίσσια σε σύγκριση με τα μεγάλα εκτρέφουν ανάλογα με τον πληθυσμό τους περισσότερο γόνο, τον οποίο δεν καταφέρνουν πάντα να κρατήσουν ζεστό με αποτέλεσμα να εμφανίζουν ασκοσφαίρωση.
Οι πιθανότητες για μια νομή που θα Βοηθήσει τα μελίσσια να αποθηκεύσουν μέλι όσο κρυώνει ο καιρός γίνονται όλο και λιγότερες. Μπορούμε να αφήσουμε τα μελίσσια στα πευκοδάση να ταΐζονται από το μελίτωμα του Marchallina hellenica τον χειμώνα, αυτό όμως έχει μεγάλο ρίσκο και απαιτεί αρκετή εμπειρία και γνώση. Τα μελίσσια που θα μείνουν τον χειμώνα στα πεύκα, ναι μεν δεν θα χρειαστούν τροφές, αφού τις ελάχιστες ζεστές ώρες της μέρας θα φέρνουν μελίτωμα από τα πεύκα, αλλά αυτό θα έχει σαν αποτέλεσμα οι «χειμερινές μέλισσες» που αναφέραμε παραπάνω να δουλέψουν αρκετά, με συνέπεια η διάρκεια ζωής τους να είναι συντομότερη απ’ ότι αν δεν δούλευαν. Αυτό το βρίσκουμε μπροστά μας νωρίς την ερχόμενη άνοιξη όπου οι μέλισσες αυτές πρέπει να ταΐσουν και να ζεστάνουν τον γόνο. Εκεί υπάρχει ένα κρίσιμο σημείο όπου οι μέλισσες που γεννήθηκαν το φθινόπωρο, πλησιάζουν το τέλος της ζωής τους ενώ ακόμη δεν έχουν γεννηθεί καινούριες. Αυτό είναι επικίνδυνο σε μέρη όπου η γέννα της μάνας θα κόψει για πάνω από 1 1/2 -2 μήνες, ενώ στα νότια που η μάνα ενδέχεται ακόμη και να μην κόψει καθόλου την γέννα της ο κίνδυνος είναι πολύ μικρός. Όταν τα πράγματα πάνε καλά τότε οι «χειμερινές μέλισσες» Βοηθάνε στην ανατροφή του νέου γόνου, τον κρατάνε ζεστό και μετά πεθαίνουν αφού έχουν προλάβει να γεννηθούν οι νέες ανοιξιάτικες αδερφές τους. Αν όμως η διάρκεια της ζωής τους συντομευτεί λόγω κούρασης, τότε ενδέχεται να πεθάνουν, πρίν η γέννα της μάνας φτάσει να είναι αρκετή ώστε να υποστηριχτεί το μελίσσι από αρκετό πληθυσμό. Σε αυτή την περίπτωση το μελίσσι είτε χάνεται είτε γίνεται πολύ μικρό. Όταν αποφασίζουμε να ξεχειμωνιάσουμε στα πεύκα, πρέπει είτε όσο η μάνα γεννάει ακόμη πριν να μικρύνουν οι μέρες για τα καλά είτε στις αλκυονίδες μέρες ή τέλος πολύ νωρίς την άνοιξη, να βγάλουμε τα μελίσσια από τα πεύκα νια περισσότερο από 1 μήνα δίνοντας την ευκαιρία στο μελίσσι να φτιάξει νέες μέλισσες.
Άλλη δυνατότητα για νομή αυτήν την εποχή είναι να μεταφέρουμε τα μελίσσια στην κουμαριά [Arbutus unedo]. Είναι διαδεδομένο είδος και θαμνότοποι κουμαριάς καλύπτουν πολλές λοφώδεις ημιορεινές περιοχές της Ελλάδας. Όταν η κουμαριά δίνει νέκταρ, κάτι που δεν είναι σπάνιο, τα μελίσσια γεμίζουν με μέλι. Πρόκειται για μέλι ιδιαίτερα πικρό (!). Εδώ πρέπει να προσέξουμε το εξής: το μέλι της κουμαριάς λόγω του ότι έχει υψηλή υγρασία και λόγω του ότι την εποχή που συλλέγεται δεν είναι εύκολο η υγρασία του να κατέβει, μπορεί να μείνει μέσα στην κυψέλη και να ξινίσει, προκαλώντας δυσεντερίες στις μέλισσες. Τα μικρά μελίσσια αν μεταφερθούν στην κουμαριά μπορεί να βρεθούν σε τέτοια δυσμενή κατάσταση, ευκολότερα από ότι μεγάλα.
Αν τα μελίσσια μας έχουν ταλαιπωρηθεί όλη την χρονιά και είναι μικρά τότε μπορούμε να αναζητήσουμε νομές (σε καλλιεργούμενα μέρη κυρίως, ξυνίδα κ.λπ.) στην νότια Πελοπόννησο.
Πέρα από τα δύο Βασικά ζητήματα που αναφέρθηκαν, είναι καλό να κάνουμε και κάποιες άλλες επιλογές ώστε να διευκολύνουμε τα μελίσσια να βγάλουν καλά τον χειμώνα.
Η θέση του μελισσοκομείου είναι ένα από αυτά. Τα μελίσσια καλό είναι να τοποθετηθούν σε μέρος προσήλιο και απάνεμο. Να υπάρχει κλίση στο έδαφος που δεν θα αφήνει να λιμνάζουν νερά και η πρόσβαση στο μελισσοκομείο να είναι δυνατή το μεγαλύτερο μέρος του χειμώνα.
Μια καθαρή πηγή νερού είναι απαραίτητη, όχι για λόγους ρύθμισης της θερμοκρασίας ή εκτροφής γόνου, αλλά για την «απαραίτητη ενημέρωση» των μελισσών για τη θέση του και τη χρήση του όταν εκείνα το αποφασίσουν. Μαθαίνοντας στα μελίσσια μας την πηγή νερού αποφεύγουμε την χρήση μολυσμένων νερών, μειώνοντας ταυτόχρονα τυχόν προστριβές με Βοσκούς και γείτονες.
Ακόμη βοηθάει πολύ να Βάλουμε κηρόπανα πάνω από τα τελάρα, υφάσματα δηλαδή λίγο μικρότερα από τις διαστάσεις του καπακιού, έτσι ώστε να μετριάζεται αρκετά η κίνηση του αέρα μέσα στην κυψέλη χωρίς όμως να σταματά εντελώς. Αντί για κηρόπανο μπορούμε να τοποθετήσουμε ένα κομμάτι φελιζόλ μέσα στο καπάκι. Επίσης σε μικρά μελίσσια καλό είναι να βάλουμε ένα ξύλινο διάφραγμα στην επιφάνεια του τελευταίου τελάρου που μένει εκτεθειμένη ώστε να ελαττώσουμε την απώλεια θερμότητας από αυτήν την μεριά. Ειδικά στα μικρά μελίσσια ας μην ξεχάσουμε να Βάλουμε πόρτες ώστε να μην μπορούν τα ποντίκια των αγρών που αναζητούν προστασία και ζεστασιά να μπουν στην κυψέλη και να προκαλέσουν ανησυχία. Πόρτες που να αφήνουν τον αερισμό ανέπαφο, σαν να μην υπήρχαν. Για να αποφύγουμε όσο γίνεται την υγρασία στην επιφάνεια του εδάφους καλό είναι αν έχουμε τη δυνατότητα να τοποθετήσουμε τα μελίσσια σε κάποιο υπόβαθρο (τούβλα, πέτρες ή ρόδες αυτοκινήτου) καμιά 20αρια πόντους πάνω από το έδαφος. Αν τοποθετηθούν λάστιχα καλό είναι να απομακρύνονται όταν τα μελίσσια μεταφερθούν από εκεί και ειδικά αν είναι σε δασικές περιοχές. Οι δασολόγοι, όχι αδίκως επιμένουν ότι τα λάστιχα των αυτοκινήτων δεν σβήνουν σε περίπτωση φωτιάς και μολύνουν με την καύση τους κατά πολύ. Αν χρησιμοποιούμε λάστιχα καλό είναι να τα τρυπήσουμε από την κάτω τους επιφάνεια (γίνεται εύκολα με μυτερό και κοφτερό μαχαίρι) για να μη κρατάνε νερό και μούχλες από φυτικά υπολείμματα. Οι κυψέλες πρέπει να γέρνουν προς τα εμπρός με μία κλίση 3-5% για να διευκολύνονται οι μέλισσες στον καθαρισμό του πάτου της κυψέλης και για να μην μπαίνουν νερά μέσα, όταν βρέχει με φορά προς την κυψέλη.
Το δίμηνο Νοέμβριου Δεκέμβριου είναι η καταλληλότερη περίοδος για να φροντίσουμε την υγεία των μελισσιών μας και να λύσουμε κατά το δυνατόν καλύτερα το μείζον πρόβλημα στη δουλειά μας, αυτό της καταπολέμησης του ακάρεως Varroa destructor που συνηθίζουμε να το αποκαλούμε απλά άκαρι ή ψείρα.
Το καλύτερο που μπορεί να μας τύχει είναι τα μελίσσια να ξεγονέψουν εντελώς στα πεύκα. Σε αυτή την περίπτωση μία σωστή εφαρμογή κάποιου ακαρεοκτόνου (συμβατικού ή βιολογικού) ή έστω δύο για να είμαστε σίγουροι θα φέρει αποχελεσματικότητα στη θανάτωση της ψείρας πιθανόν κοντά στο 99%. Και εκτός από αυτό θα επιβαρύνει τα κεριά στις κηρήθρες μας με τις μισές ή και λιγότερες χημικές ενώσεις. Αν όμως τα μελίσσια μας πατάνε ακόμη γόνους έστω και λίγους τότε πρέπει να κάνουμε πλήρεις εφαρμογές των φαρμάκων που ενδείκνυνται για την καταπολέμηση του ακάρεως. Ορισμένα φάρμακα εφαρμόζονται μία φορά στην κυψέλη και παραμένουν περίπου 20 ημέρες ενώ σε άλλα χρειάζεται να γίνουν διαδοχικές εφαρμογές, συνήθως 3 ή 4 ανά 7 ημέρες. Το χρονικό διάστημα υπολγίζεται αν λάβουμε υπ’ όψιν ότι τα θηλυκά ακάρεα μπαίνουν σε ανοιχτά κελιά εργατικού γόνου ή κηφηνόγονου όταν οι προνύμφες είναι ηλικίας 5 ημερών και βγαίνουν από το κελί όταν αυτό εγκαταλειφθεί από τη νέα μέλισσα (ή κηφήνα). Στο μεγαλύτερο διάστημα το άκαρι είναι προστατευμένο από τα φάρμακα που εφαρμόζονται λόγω του ότι το κελί σφραγίζεται άρα η διάρκεια των φαρμάκων πρέπει να είναι μεγαλύτερη από το διάστημα που το ακάρι βρίσκεται μέσα στο κελί. Την εποχή αυτή μπορεί να βρεθεί μπροστά μας και ο μύκητας με το όνομα Nosema ceranae. Και αν έχουμε πάει στα πεύκα το φθινόπωρο είναι βέβαιο πως οι μέλισσες μας θα έχουν πολλά σπόρια του μύκητα αυτού στο στομάχι τους. Οι συνθήκες στα πευκοδάση, δηλαδή η απουσία γυρεοδοτικών φυτών και η αυξημένη υγρασία λόγω εποχής είναι αυτές που ευνοούν τον πολλαπλασιασμό των σπορίων στα σώματα των μελισσών. Ο χρόνος ζωής των μελισσών που έχουν προσβληθεί μειώνεται αρκετά και όταν η προσβολή είναι μεγάλη, μελίσσια χάνονται ολοσχερώς. Μέτρα που μπορούμε να πάρουμε για την αντιμετώπιση της νοζεμίασης είναι: να μην αφήσουμε τα μελίσσια στα πεύκα για διάστημα πάνω από 40 περίπου μέρες, μετά τα πεύκα να τα μεταφέρουμε σε τόπο που δίνει γύρη και αν δεν βρούμε ένα τέτοιο μέρος τουλάχιστον σε ένα ξηρό μέρος και σε χαμηλό γεωγραφικό πλάτος ώστε να αρχίσει νωρίς η γέννα της μάνας με το που θα μπει ο και νούριος χρόνος. Η τροφοδοσία με σιρόπι στο οποίο περιέχεται θυμόλη (1 γραμμάριο διαλυμένο σε λίγο οινόπνευμα για 15 λίτρα σιροπιού) είναι χρήσιμη αλλά δεν θα γιατρέψει τις μέλισσές μας άμεσα. Η θυμόλη στο σιρόπι δρα αργά, για να είναι αποτελεσματική χρειάζεται τακτικό τάισμα με σιρόπι κάθε φθινόπωρο επί τουλάχιστον 3 χρόνια. Η χρήση της δραστικής ουσίας fumagillin βοηθάει τις μέλισσές μας να απαλλαγούν από τα σπόρια όμως ας μην ξεχνάμε όμως πως η παραπάνω ουσία απαγορεύεται και η ανίχνευσή της στο μέλι σημαίνει πως το προϊόν μας θα κριθεί ακατάλληλο. Με Βάση τη νομοθεσία θα πρέπει να καταστραφεί.
Σε κάθε περίπτωση είναι ιδιαίτερα χρήσιμο να παρακολουθούμε την πορεία της ασθένειας στα μελίσσια κάνοντας τακτικές αναλύσεις. Οι αναλύσεις γίνονται εύκολα, γι’ αυτό και δεν υπάρχει δικαιολογία για τυχόν αδράνεια. Παίρνουμε 30 συλλέκτριες από μελίσσια που θεωρούμε αντιπροσωπευτικά για το μελισσοκομείο μας και τις βάζουμε στην κατάψυξη για να πεθάνουν. Την άλλη μέρα τις στέλνουμε με courier!!!!) και όχι με το ταχυδρομείο, σε κάποιο μελισσοκομικό κέντρο ή στο Ινστιτούτο μελισσοκομίας ή σε μία από τις δύο γεωπονικές σχολές (σε Αθήνα και θεσσαλονίκη) αφού συνεννοηθούμε πρώτα με κάποιον υπεύθυνο, Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αυξημένη δραστηριότητα της αρκούδας, σε περιοχές μακριά από τις συνηθισμένες και σε σχετικά χαμηλά υψόμετρα. Σε αυτή την περίπτωση πρέπει να τοποθετήσουμε περιμετρικά ηλεκτροφόρο φράχτη για να αποφύγουμε ζημιές.
Και αφού εξασφαλίσουμε το μελισσοκομείο μας, γυρίζοντας στη μελισσοκομική αποθήκη μας πρέπει να μεριμνήσουμε για την αποθήκευση των παραπανήσιων κηρηθρών μας σε ψυκτικό θάλαμο ή σε πολύ ψυχρό μέρος, ανάλογα με τις θερμοκρασιακές συνθήκες του τόπου μας.
Τι άλλο απομένει;
Να πουλήσουμε τη σοδειά μας. Αυτό βέβαια ακούγεται σαρκαστικό όσον αφορά τη φετινή παραγωγή μελιού. Μια πολύ δύσκολη χρονιά. Ας κρατήσουμε όμως την ελπίδα του πεύκου, θα κάνουμε μια ανασκόπηση στο επόμενο πανυγηρικό τεύχος, μιας και θα είναι το τελευταίο που η ομάδα θα ασχοληθεί με τους μελισσοκομικούς χειρισμούς.
1η ζώνη
(Κρήτη- νησιά Αιγαίου, Ιονίου – παραθαλάσσιες
περιοχές Πελοποννήσου-Νοτίου Στερεάς Ελλάδας):
Στην 1η ζώνη, κυρίως στα πολύ νότια και παραθαλάσσια μέρη, ο Νοέμβριος και πολλές φορές και ο Δεκέμβριος δεν είναι μήνες ξεχειμωνιάσματος, υπό την έννοια ότι τα μελίσσια δεν σταματάνε την εκτροφή γόνου. Μειώνουν το γόνο, αλλά δεν τον μηδενίζουν. Το θετικό σε αυτή τη διαδικασία είναι ότι μπορούν να ξεχειμωνιάσουν έως και πολύ μικρά μελίσσια, αν οι υπόλοιπες συνθήκες ελεγχθούν. Το αρνητικό είναι ότι η βασίλισσα δεν σταματά την ωοτοκία καθόλου και αυτό μπορεί να την «εξαντλεί» γρηγορότερα, αλλά το κυριότερο δεν μπορούμε εύκολα να κάνουμε μια πολύ καλή θεραπεία για την varroa Αν ο γόνος είναι λίγος (π.χ. μια παλάμη σε ένα πλαίσιο, κατά μέσο όρο), τότε θα μπορούσαμε να τον ξεσφραγίσουμε και να κάνουμε μία ή έστω δύο εφαρμογές. Αν όμως ο γόνος είναι περισσότερος η θεραπεία μας χρειάζεται περισσότερες θεραπευτικές εφαρμογές με πιθανά και μικρότερη αποτελεσματικότητα. Η μεταφορά στα χειμαδιά είναι απαραίτητη και σε αυτή τη ζώνη, αλλά δεν είναι επιτακτική όπως στα πιο κρύα μέρη της Ελλάδας.
2η και 3η ζώνη (η υπόλοιπη Ελλάδα]
Για την 2η και 3η ζώνη ακολουθούμε τις βασικές αρχές που αναφέρθηκαν πιο πάνω, για την προετοιμασία των μελισσιών προς το ξεχειμώνιασμα. Είμαστε στην αρχή του και προετοιμαζόμαστε, γιατί η «ισχύ» του χειμώνα στις ζώνες αυτές είναι καθοριστική για την μετέπειτα μελισσοκομική μας πορεία.
Αποτίμηση του καιρού που πέρασε και της κατάστασης των μελισσιών μέχρι τις
12 Οκτωβρίου του 2014
Το Πεύκο δεν ήταν σπουδαίο μέχρι στιγμής, σε Εύβοια και Χαλκιδική, εκτός από τα πολύ καλά μελίσσια, αν και τις τελευταίες μέρες δείχνει πολύ δουλειά στην αρχή μάλλον του «δεύτερου βαρέματος». Στη Θάσο πήγε καλά. Στα μέρη που πήρε βροχή η σουσούρα έκανε δουλειά και τελειώνει. Ο κισσός πήγε πολύ καλά. Η κουμαριά έχει αρχίσει δειλά δειλά αν και νομίζουμε πως δεν θα κρατήσει πολύ, στα Βόρεια τουλάχιστον. Πολλά μελίσσια δείχνουν σημάδια έντονης προσβολής από varroa, ειδικά σε αυτά που η θεραπεία έγινε μία φορά τον προηγούμενο χειμώνα. Ο ήπιος χειμώνας την ευνόησε για άλλη μια συνεχόμενη χρονιά, που σημαίνει ότι πρέπει να επέμβουμε γρήγορα και αποτελεσματικά. Αν και ο φετινός χειμώνας είναι ήπιος, όπως οι προηγούμενοι δυο, θα εκπλαγούμε πολύ. Χιόνια περιμένουμε φέτος.
Για την αποτίμηση του καιρού που μας πέρασε και της τωρινής κατάστασης των μελισσιών αναζητήσαμε πληροφορίες και ευχαριστούμε πολύ, τους συναδέλφους:
Παναγιώτη Κασίμη (Στερεά), Σάκη Καλτσούδα (Αίγινα], Βασίλη ΚερασοΒίτη (Μακεδονία), Διονύση Μπασιά (Θεσσαλία), Σάββα Παρχαρίδη (Ξάνθη),
Νίκο Κουτέρη (Αιτωλοακαρνανία).
ΠΗΓΗ : ΜΕΛΙΣΣΟΚΟΜΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ